Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2014

ΆΛΚΗ ΖΕΗ: «ΘΥΜΩΝΩ ΌΤΑΝ ΑΚΟΥΩ ΝΑ ΛΕΝΕ ΌΤΙ ΈΧΟΥΜΕ ΚΑΤΟΧΗ, ΠΕΙΝΑ, ΧΟΥΝΤΑ»

Η συγγραφέας παιδικών βιβλίων Άλκη Ζέη δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Όλοι μας ως παιδιά διαβάσαμε τα βιβλία της, εντυπωσιαστήκαμε από το «Καπλάνι της βιτρίνας» και συνοδεύσαμε τον Πέτρο στο «Μεγάλο Περίπατο» του. Πρόσφατα βρέθηκε στη Χίο, για να παρουσιάσει το νέο της βιβλίο «Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο», σε μια εκδήλωση που διοργανώθηκε από το 4ο Γυμνάσιο με τη στηριξη του Γραφείου Σχολικών δραστηριοτήτων της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, υλοποιώντας την ιδέα της φιλολόγου Μαρίας Κλειδά.
Η πρώτη σας «γνωριμία» με τη Χίο ήταν το 1949, όταν ήρθατε στο νησί μας ως πολιτική κρατούμενη. Θέλετε να μας μιλήσετε γι’ αυτή σας την εμπειρία;
 

Από τη Χίο δεν έχω αναμνήσεις, δεν γνώρισα τον τόπο, αν και έμεινα ένα χρόνο. Μ’ έφεραν το 1949 μ’ ένα φορτηγό και μ’ άφησαν σ’ ένα στρατόπεδο έξω από την πόλη (σ.σ.: πρόκειται για το στρατόπεδο Γκιάλα, στην πόλη της Χίου), το οποίο βρισκόταν πάνω σ’ ένα λόφο, όπου γύρω-γύρω δεν υπήρχε τίποτα. Τώρα πλέον, απ’ όσο έχω πληροφορηθεί, είναι μέσα στην πόλη. Πολλές εξόριστες ήταν καλές μου φίλες: η Αλέκα Παϊζη (σ.σ.: ηθοποιός),η Ρόζα Ιμβριώτη
(σ.σ.:παιδαγωγός), η Νανά Καλλιανέση (σ.σ.: ιδρύτρια των εκδόσεων Κέδρος) και άλλες. Κοιμόμασταν 50 γυναίκες σ’ έναν κοιτώνα. Παρόλο που ήμασταν εξόριστες και όχι φυλακισμένες, μας έβγαζαν έξω μόνο για μία ώρα το πρωί και μία το βράδυ. Βρίσκαμε, όμως, τρόπους να περνάμε τον καιρό μας. Γράφαμε σκετσάκια, κεντούσαμε. Παρόλο που η Χίος για μένα υπήρξε τόπος εξορίας δεν την είχα άσχημα στην καρδιά μου.


Η πρώτη συγγραφική σας απόπειρα έγινε στο Γυμνάσιο, όπου γράφατε ερωτικές επιστολές προς τον αγαπημένο της υπηρέτριάς σας για λογαριασμό της. Πώς καταλήξατε στη συνέχεια να γράφετε βιβλία;
 

Αρχικά, στο Γυμνάσιο, έγραφα ιστορίες για το κουκλοθέατρο. Στη συνέχεια έγραφα μικρά διηγήματα για ένα περιοδικό που υπήρξε στην Κατοχή, την «Ελληνική Φωνή». Κατά την περίοδο της εξορίας μου στην πρώην Σοβιετική Ένωση έγραφα διηγήματα για ένα ελληνικό περιοδικό, την Επιθεώρηση Τέχνης. Το 1963 έγραψα στη Μόσχα το πρώτο μου βιβλίο, το «Καπλάνι της Βιτρίνας». Δεν το έγραψα για παιδικό βιβλίο, μου ήρθε η ιδέα να γράψω για τα παιδικά μου χρόνια και το έστειλα στην Ελλάδα. Δεν πήρα καμία απάντηση και όταν, ερχόμενη στην Ελλάδα το 1964 και επισκεπτόμενη τον εκδοτικό οίκο «Θεμέλιο», ρώτησα για την τύχη του βιβλίου μου, μου είπαν «νάτο, είναι στη βιτρίνα».

Το ότι ασχοληθήκατε με την παιδική λογοτεχνία ήταν τυχαίο;
 

Αρχικά ναι, διότι δεν ήξερα πως γράφω για παιδιά. Τα επόμενα βιβλία μου τα έγραψα συνειδητά απευθυνόμενη στα παιδιά. Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα, είδα ότι τα παιδιά, ακόμα και ανθρώπων που είχαν πάρει μέρος στην Αντίσταση, δεν είχαν ιδέα για τον πόλεμο και την αντίσταση. Έτσι θέλησα να γράψω ένα βιβλίο για την Κατοχή με ήρωα ένα παιδί, ώστε να μιλήσει στην καρδιά τους, κι αυτό το βιβλίο ήταν «ο Μεγάλος Περίπατος του Πέτρου». 


Γράφοντας ένα βιβλίο έχετε συγκεκριμένο στόχο; Από πού εμπνέεστε;
 

Οι στόχοι μου είναι πάντα συγκεκριμένοι. Ποτέ δεν μου ‘ρχεται ιδέα να γράψω , έτσι αόριστα ένα βιβλίο. Αντλώ τα θέματά μου από τη ζωή μου, τη ζωή των άλλων, τη ζωή γύρω. 

Έχετε γράψει και βιβλία για ενηλίκους. Έχει διαφορά το παιδικό αναγνωστικό κοινό από το ενήλικο, έτσι δεν είναι;
 

Ναι, το κοινό έχει διαφορά. Ο δικός μου τρόπος γραφής όμως είναι ο ίδιος, είναι προσιτός στον καθένα.



Πώς είναι τα παιδιά σαν αναγνώστες;
 

Τα παιδιά εξαρτώνται απόλυτα από το δάσκαλο που έχουν. Αν ο δάσκαλος είναι παθιασμένος με τα βιβλία και αυτό τους το μεταδίδει, τότε τα παιδιά διαβάζουν βιβλία. Ευτυχώς υπάρχουν αρκετά σχολεία και αρκετοί δάσκαλοι που κάνουν τον κόπο να πείσουν τα παιδιά να διαβάζουν βιβλία. Όμως αυτά έχουν μπερδέψει την ιστορία, το ’40 με το ’21, το παρελθόν με το σήμερα. Τις προάλλες σ’ ένα σχολείο, μου λέει ένας μικρός πως δεν του άρεσε το τέλος του Μεγάλου Περίπατου του Πέτρου, γιατί «σκότωσα» το Σωτήρη και πως έγραψε ένα δικό του τέλος, διαφορετικό. Του λέω, πες μου το. Λέει λοιπόν ο μικρός, την ώρα που ο Γερμανός σηκώνει το πιστόλι να σκοτώσει το παιδί, χτυπάει το κινητό του. Πιάνει ο Γερμανός το κινητό του και το παιδάκι το σκάει! Του λέω, μα έχει ο Γερμανός κινητό; Μα, κυρία Ζέη, μου απαντάει, αν δεν έχει ο Γερμανός κινητό ποιος θα ‘χει; Προφανώς ο μικρός μπέρδεψε το Γερμανό με τον Γερμανό με τα κινητά τηλέφωνα! 



Πού αποδίδετε τη διαχρονικότητα των βιβλίων σας;
 

Υπάρχουν πράγματα μέσα στα βιβλία μου που είναι διαχρονικά στη συμπεριφορά των παιδιών (π.χ. η σχέση με τους γονείς τους, με τους φίλους τους) και αυτό τραβάει τα παιδιά, ανεξάρτητα με το αν το θέμα έχει να κάνει με δικτατορία, κατοχή κλπ. 


Τα παιδιά έχουν κερδίσει πολλά από εσάς. Εσείς τι έχετε κερδίσει από τα παιδιά;
 

Είναι σαν να παίζεις σ’ ένα θέατρο γεμάτο θεατές. Έχω κι εγώ τους θεατές μου και παίρνω μεγάλη ικανοποίηση όταν βλέπω την ανταπόκριση σ’ αυτά που γράφω. 


Ποιο από τα βιβλία σας είναι το αγαπημένο σας;
 

Αν και αγαπώ όλα τα βιβλία μου, ίσως ξεχωρίζω το «Καπλάνι» γιατί είναι το πρώτο μου. Μου θυμίζει τα παιδικά μου χρόνια, αλλά και τα παιδικά χρόνια των παιδιών και των εγγονιών μου, που αντί για παραμύθια, ήθελαν να τους διηγούμαι τις ιστορίες από τη ζωή μου.



Ποιο βιβλίο άλλου συγγραφέα θα θέλατε να είχατε γράψει;
 

Ένα βραζιλιάνικο παιδικό βιβλίο που αγαπώ πολύ και με έχει συγκινήσει είναι το «Όμορφη πορτοκαλιά μου», το οποίο μάλιστα έχω μεταφράσει στα ελληνικά. 



Είχατε την τύχη να γνωρίσετε και να συνδεθείτε στενά μ’ ένα μεγάλο αριθμό σπουδαίων προσωπικοτήτων (Σωτηρίου, Αξελό, Γκάτσο, Εμπειρίκο, Ελύτη κλπ). Ποια απ’ όλες ξεχωρίζετε;
 

Αναμφίβολα τη Διδώ Σωτηρίου. Ήταν πολύ κοντά μου κι έπαιξε μεγάλο ρόλο τόσο στη διαμόρφωσή μου όσο και στη μετέπειτα πολιτική μου πορεία.


Γράφετε πράγματι τα βιβλία σας με μολύβι;
 

Όχι, εδώ και χρόνια χρησιμοποιώ υπολογιστή. Αν και τώρα, με αφορμή την κυκλοφορία του νέου μου βιβλίου, μου κάνουν συνέχεια δώρο μολύβια φάμπερ! 



Πώς βλέπετε το μέλλον του βιβλίου και της ανάγνωσης;
 

Προσωπικά δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να διαβάζει βιβλία σε ηλεκτρονική μορφή, για τα νέα παιδιά δεν ξέρω…


Έχετε ζήσει κατοχή, δύο δικτατορίες, εξορίες. Τι έχετε να πείτε για τη σημερινή πολιτική κατάσταση; Τίθεται θέμα σύγκρισης, όπως πολλοί συνηθίζουν να λένε τώρα τελευταία;
 

Όχι. Καταρχήν εγώ θυμώνω όταν ακούω διάφορους να λένε ότι έχουμε κατοχή, πείνα, χούντα. Βιώνουμε δύσκολες καταστάσεις, αλλά δεν έχουμε ούτε κατοχή, ούτε πείνα, ούτε χούντα. Όμως εμείς, παρόλη την πείνα και την κατοχή, είχαμε κάτι που δεν υπάρχει τώρα, είχαμε όραμα και, άσχετα με το πώς μας βγήκε, πιστεύαμε σ’ αυτό με όλη μας την ψυχή. Απ’ τον καιρό που έγινε η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η Αριστερά παγκοσμίως δεν βρήκε τον βηματισμό της, με αποτέλεσμα να παραπαίει προσπαθώντας να προχωρήσει με παλιά συνθήματα. Δεν γίνεται έτσι. Περάσαμε απ’ το μολύβι φάμπερ στον υπολογιστή. Πρέπει και τα κόμματα να το καταλάβουν αυτό και να βρουν νέα συνθήματα. Δεν μπορείς να παλεύεις με παλιά συνθήματα.


Θεωρείτε ότι σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς οι πνευματικοί άνθρωποι οφείλουν να παίξουν κάποιο ρόλο;
 

Οι πνευματικοί άνθρωποι δεν χρειάζεται ούτε να κατέβουνε στο δρόμο, ούτε να φωνάξουν. Το εργαλείο τους πρέπει να είναι το γράψιμό τους. 



Υπάρχει κάτι για το οποίο μετανιώνετε;
 

Δεν μετανιώνω για τίποτα στη ζωή μου. Κι αν την ξαναζούσα, θα έκανα ακριβώς τα ίδια.

Το ανάρτησα από http://www.aplotaria.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: