Τρίτη 10 Μαρτίου 2015

ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΩΚΟΣ: «ΧΡΩΜΑΤΑ ΚΙ ΑΡΩΜΑΤΑ»

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ: ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΩΚΟΣ

Γεννήθηκε στο Αγρίνιο στις 19 Οκτώβρη 1980. Αποφοίτησε από το τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής σχολής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Σπούδασε δημοσιογραφία. Στο παρελθόν είχε συνεργαστεί με εφημερίδες και περιοδικά του Αγρινίου καθώς και με ραδιοφωνικούς σταθμούς. Ζει στο Αγρίνιο και εργάζεται στο Μεσολόγγι.
Δεν είναι εύκολο να πιστέψεις ότι κάτι που έχει τελειώσει, δεν πρόκειται να το ξαναβρείς ποτέ, ιδίως αν σου άρεσε πολύ και είχες βιωματική σχέση με αυτό. Το εκάστοτε τέλος σου αφήνει γλυκόπικρες αναμνήσεις αλλά και μια περίεργη αίσθηση χαρμολύπης μετά την οργή, τη στενοχώρια και –κάποιες φορές- την κατηγόρια του εαυτού σου. Στο έσχατο σημείο σου μένει η νοσταλγία.
Το στέκι του στα Πετράλωνα αποτελεί πλέον ιστορία και συνάμα το ξερίζωμα ενός κομματιού του εαυτού του. 
Όμως ενδόμυχα το γνώριζε καθώς τίποτα δε μένει παντοτινά. Μέσα στη βουή των δρόμων κυκλωμένη μια όαση πρασίνου, αυτοδημιουργίας και αυτοδιαχείρισης από ακάλυπτους με απλωμένα εσώρουχα και ξεβαμμένες γκρίζες προσόψεις πολυκατοικιών, είναι κάτι το άκομψο.

Δεν ταιριάζει το ωραίο μες στην ασχήμια. Από την άλλη υπάρχει και η κοινωνική αναγκαιότητα, αυτό που τον είχε ρωτήσει το κορίτσι, για στέγαση τόσων έρμων ψυχών που παλεύουν για μια καλύτερη ζωή στο κλεινόν άστυ. Στα τόσα χρόνια, που αυτοί οι μεγάλοι και τρανοί παίρνουν αποφάσεις για την καλυτέρευση του μέλλοντος μας, δε βρέθηκε κανένας τους να μιλήσει για την αναγκαιότητα της μη ερημοποίησης της περιφέρειας καθώς και για τη μη αντοχή της Αθήνας να δέχεται καθημερινά εσωτερικούς μετανάστες. Το στέκι του λοιπόν αποτελούσε ένα σημείο αχαλίνωτης ρέμβης, το οποίο αγκάλιασε με στοργικότητα το νεοσσό ζευγάρι στα πρώτα του χρόνια στην Αθήνα. Το κενό που άφηνε ήταν δυσαναπλήρωτο.

Τριγυρισμένοι από αυτές τις σκέψεις μας πήρε το σούρουπο περιδιαβαίνοντας τα δαιδαλώδη σοκάκια της Πλάκας και του Θησείου. Τα καταστήματα στο Μοναστηράκι κατέβαζαν ρολά καθώς ένας κατακόκκινος –σαν αίμα- ήλιος έγερνε απαλά και χανόταν πίσω από τον Παρθενώνα. Τι ωραία να ήταν εδώ η Ινές αναλογίστηκε ασυναίσθητα και πήρε το κορίτσι στην αγκάλη του. 


Πράγματι πολύ ωραία σκηνή για να τη μοιραστεί με την αγαπημένη του. Στις εκκλήσεις της μικρής Μαγιού να καθίσουν σε ένα από τα παραδοσιακά καφενεία κάτω από την Ακρόπολη, αυτός απάντησε με μια πρόταση έντονου προστακτικού τύπου να κατευθυνθούμε στο σπίτι στο Παγκράτι. Η Ινές τον είδε καταβεβλημένο και αμέσως κατάλαβε ότι κάτι δεν πάει καλά, άλλωστε έχουν μάθει να συνεννοούνται με τα μάτια-πράγμα δύσκολο. Με σαρδόνιο χαμόγελο και τιτάνια ψυχραιμία αρχίζει το παιχνίδι των ερωταποκρίσεων προκειμένου να έχει όσο πιο δυνατό περισσότερη ενημέρωση και μόλις μαθαίνει αυτά που ήθελε, χωρίς να χάσει καιρό του λέει.

«Μη στενοχωριέσαι και προπάντων μη μεταφέρεις τη στενοχώρια σου, την οργή σου, το θυμό σου στους γύρω σου. Δεν ευθύνεσαι σε κάτι εσύ μα πάνω απ’ όλα δεν ευθύνονται σε τίποτα αυτοί με τους οποίους συναναστρέφεσαι. Ίσως αισθάνεσαι συναισθηματικά φορτισμένος γιατί έζησες εκεί, είχες φίλους-παρέες- σε αυτό το μέρος και σίγουρα έβαλες το λιθαράκι σου κι εσύ ώστε να γίνει μια αυτοοργανωμένη κοινότητα. Αλλά τελείωσε και ήταν αναμενόμενο, όλα τελειώνουν κάποτε».

Τόσο κυνικά, τόσο ψυχρά και τόσο απότομα, όλα τελειώνουν κάποτε επανέλαβε και μας έβγαλε τον πίνακα που κόπιασε τόσο πολύ να τον ζωγραφίσει. Μορφές γυρισμένες στη θάλασσα αγναντεύοντας το ηλιοβασίλεμα κι ένας ήλιος κατακόκκινος που χάνεται στα βουνά που φαίνονται αχνά στο βάθος. Αυτά συνθέτουν τον εκπληκτικής σύλληψης πίνακα ζωγραφικής. Κυρίως το χρώμα που σε ταξιδεύει, τα πολύ ζωηρά χρώματα που χρησιμοποίησε η Ινές και παραμερίζουν το γκρίζο που βλέπουμε στην πραγματικότητα…

Υγιαίνετε




Το ανάρτησα από http://agriniovoice.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: