Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014

ΕΙΚΟΣΙ ΞΕΝΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΙ «ΠΡΕΣΒΕΥΤΕΣ» ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ


Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 είναι αναμφίβολο ότι σημειώνεται στην χώρα μας μια έντονη τάση επιστροφής στις «ρίζες». Στον ποντιακό χώρο η τάση αυτή εμφανίζεται με εντονότερα χαρακτηριστικά. Δεκάδες συλλόγων ιδρύονται σε πόλεις και χωριά και προστίθενται στους ήδη από τη δεκαετία του ’30 υπάρχοντες.

Το 1972 ιδρύεται η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ποντιακών Σωματείων (Π.Ο.Π.Σ.) που θέτει υπό την σκέπη της και συντονίζει τους ποντιακούς συλλόγους της Ελλάδας. Με πρωτοβουλία της τα επόμενα χρόνια (1984) συνέρχεται το α΄ παγκόσμιο συνέδριο ποντιακού Ελληνισμού.



Στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος ιδρύεται ποντιακή σκηνή που στις παραστάσεις του «Λαζάραγα» το 1978 – αλλά και σε όλες τις μετέπειτα, εξαντλεί όλα τα εισιτήρια (sold out).

Στον εκδοτικό τομέα με πρωτοβουλία του από Τραπεζούντος Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρύσανθου Φιλιππίδη και της επιτροπής Ποντιακών Μελετών, ήδη από το 1926, έχουμε την περιοδική έκδοση «Αρχείον Πόντου». Στη θαυμάσια, από κάθε άποψη, αυτή προσπάθεια, έρχονται να προστεθούν, την δεκαετία 1980-1990, η οχτάτομη «Εγκυκλοπαίδεια του Ποντιακού Ελληνισμού» από τον εκδοτικό οίκο Μαλλιάρης – Παιδεία και η πληθώρα εκλεκτών βιβλίων για τον ποντιακό Ελληνισμό από τον εκδοτικό οίκο των αδελφών Κυριακίδη.

Η εξαίρετη φιλόλογος Τασούλα Καμπουρίδου εκδίδει το 1985 στην Καβάλα τη «Μαγειρική και Ζαχαροπλαστική του Πόντου», που αποτελεί την πρώτη συστηματική καταγραφή συνταγών, η οποία συνοδεύεται μάλιστα και από την λαογραφική τους ερμηνεία.

Την ίδια, περίπου, εποχή, ο Κιλκισιώτης Θεόφιλος Γεωργιάδης, αθεράπευτος λάτρης της αλησμόνητης πατρίδας, ολοκληρώνει την έρευνά του στα ποντιακά χωριά της Ελλάδας και του Πόντου και συναντώντας τις «’κοδέσποινες» («οικοδέσποινες») καταγράφει, με τη μορφή συνεντεύξεων, τις γεύσεις της ποντιακής κουζίνας. Με περισσή ευαισθησία και σεβασμό συλλέγει τις γευστικές «πραμάτειες» της αλησμόνητης πατρίδας, που ανάθρεψαν, στέριωσαν και γιγάντωσαν γενιές και γενιές Τραντέλλενων, για να τις κληροδοτήσει στις επερχόμενες γενιές. Διαισθανόμενος δε από νωρίς την τάση επιστροφής των ανθρώπων προς την υγιεινή διατροφή, ιδρύει το 1990, την οικοτεχνία «Ραγιάν», που παρασκευάζει παραδοσιακά γαλακτοκομικά προϊόντα και πρώτες ύλες για την ποντιακή παραδοσιακή μαγειρική.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η μαγειρική και η κουζίνα ενός λαού ή μιας φυλετικής ομάδας είναι αμέσως συνδεδεμένες και συνυφασμένες με την παράμετρο του χωροχρόνου.

Στην προκειμένη περίπτωση η ποντιακή κουζίνα καθορίστηκε άμεσα από τον χώρο, το έδαφος, το κλίμα, τη χλωρίδα και την πανίδα του Πόντου. Ακόμη οι θρησκευτικές και οι άλλες δοξασίες, τα ήθη και τα έθιμα, οι σύνοικοι λαοί, οι τοπικές δυνατότητες, τα μέσα και ο τρόπος παραγωγής ήταν παράγοντες που συνδιαμόρφωσαν τις διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων του Πόντου.

Η τραγική μοίρα που επιφύλαξε η Ιστορία για τον ποντιακό Ελληνισμό με τα δραματικά γεγονότα της γενοκτονίας και του ξεριζωμού, του αποστέρησε το φυσικό του χώρο, την αλησμόνητη πατρίδα, τον Πόντο. «Η Ρωμανία πέρασεν, η Ρωμανία πάρθεν», ξαναθρήνησε η ποντιακή μούσα.

Η άφιξη των ξεριζωμένων Ποντίων στην κοινή, των Συνελλήνων, μητέρα πατρίδα, την Ελλάδα, σε συνδυασμό με το ιερό πείσμα, την εργατικότητα και την ευστροφία των, σηματοδότησε την αναγέννηση, το «Η Ρωμανία αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο».

Τα δεδομένα του χωροχρόνου άλλαξαν. Μαζί με αυτά και οι άμεσα εξαρτώμενοι παράγοντες. Παρόλα αυτά οι «’κοδέσποινες» διαφύλαξαν ευλαβικά στο εικονοστάσι της μνήμης τούς βασικούς διατροφικούς κανόνες και τους κληροδότησαν στις επόμενες γενιές. Πολλές φορές, κατά τη διαδικασία παρασκευής ενός φαγητού, η απουσία κάποιου υλικού επέβαλε την αντικατάστασή του με κάποιο άλλο παρεμφερές, χωρίς ωστόσο να αλλοιώνει ολοκληρωτικά το χαρακτήρα και τη γεύση του. Άλλες πάλι φορές η προφορική μετάδοση μιας συνταγής, που είχε για πολύ καιρό να «εκτελεστεί», τροποποιούσε και μετέβαλλε την αρχική συνταγή. Είναι αναμφισβήτητο γεγονός, το ότι όσο απομακρυνόμαστε από το 1922 και την τραγική έξοδο των προγόνων μας από τις πατρογονικές τους εστίες φαινόμενα τέτοια θα παρατηρούνται.

Ο Θεόφιλος Γεωργιάδης, ωστόσο, δεν «βάζει νερό στο κρασί» του, παρουσιάζοντάς μας αναλλοίωτες τις πατροπαράδοτες γεύσεις και νοστιμιές που ανάθρεψαν γενιές και γενιές Ακριτών και Τραντέλληνων. Μαζί με την ακούραστη συνεργάτιδά του και σύντροφο της ζωής του, την Ελένη, διαλαλούν ακατάπαυστα τις πραμάτειες της ευλογημένης κιλκισιώτικης γης, τις γεύσεις του αλησμόνητου Πόντου μας, κάνοντάς τες γνωστές στο Πανελλήνιο αλλά και διεθνώς.

Είκοσι δημοσιογράφοι από διάφορες χώρες του (Περού, Ταϊτή, Μεξικό, Βραζιλία, Ρωσία, Γερμανία, Αγγλία, Γαλλία) ειδικοί στον τουρισμό και στην γευσιγνωσία, γνώρισαν τις παραδοσιακές γεύσεις του Πόντου, στις 27 Οκτωβρίου, στο κατάστημα «Ραγιάν», στη Θεσσαλονίκη. Η κα Ελένη υποδειγματική οικοδέσποινα, παρουσίασε στους δημοσιογράφους που επισκέφτηκαν την πόλη της Θεσσαλονίκης τις εξαιρετικά καλομαγειρεμένες ποντιακές νοστιμιές. Τανωμένον σουρβά, περέκια, σιρόν, ιβριστόν, φούστορον, παρχαροτύρ’, γαΐς τυρίν, ταν, κιλκισιώτικο κρασί και τσίπουρο διήγειραν ευχάριστα τους γευστικούς κάλυκες και έτερψαν τα λαρύγγια των φιλοξενούμενων, οι οποίοι έμειναν κατενθουσιασμένοι. Ο Θεόφιλος Γεωργιάδης δεν σταματούσε λεπτό να απαντά στις ερωτήσεις και να δίνει πληροφορίες για τα εδέσματα των Ποντίων ενώ ο Στάθης Ταξίδης τους ενημέρωσε για θέματα που αφορούν στην ιστορία του ποντιακού Ελληνισμού.

Οι ξένοι δημοσιογράφοι αποχώρησαν, δηλώνοντας κατενθουσιασμένοι από την γευστική πανδαισία και τη φιλοξενία που τους επιφυλάχθηκε, υποσχόμενοι πως θα αποτελούν ότι πρεσβευτές της ποντιακής διατροφής – και όχι μόνον – στις χώρες τους.


Το ανάρτησα από http://epontos.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: