Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

ΤΟ «ΚΥΚΝΕΙΟ ΆΣΜΑ» ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΣΩΚΡΑΤΗ ΣΤΟΝ ΦΑΙΔΩΝΑ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

Την φράση αυτήν «ΚΥΚΝΕΙΟ ΆΣΜΑ»την χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να αναφερθούμε στο τελευταίο έργο ενός καλλιτέχνη.

Ο Κύκνος κατά την μυθολογία απαντά σε τέσσερα διαφορετικά πρόσωπα: ως γιος του Άρη, ως γιος του Ποσειδώνα, ως γιος του Απόλλωνα και ως γιος του Σθενέλου, βασιλιά των Λιγούρων. 

Αυτός ο τελευταίος Κύκνος
ειδικά λέγεται πως δίδαξε στον Απόλλωνα την τέχνη του τραγουδιού και πως ο τελευταίος τον μεταμόρφωσε στο πτηνό «κύκνο» και αργότερα στον ομώνυμο αστερισμό. Γι’ αυτό άλλωστε και οι αρχαίοι θεωρούσαν, μεταξύ άλλων και τον κύκνο ως ιερό πτηνό του θεού Απόλλωνα.



Στον «Φαίδωνα» του Πλάτωνα, ο Σωκράτης που βρίσκεται στη φυλακή, λίγες ώρες πριν φύγει από την ζωή πίνοντας το κώνειο, κατ’ εκτέλεση της ποινής που του επιβλήθηκε, συζητά με τους φίλους και μαθητές του για την μέλλουσα ζωή της ψυχής. Ένας απ’ τους παρευρισκόμενους, ο Σιμμίας, εξέφρασε, κάποια στιγμή, τον δισταγμό του να συνεχίσει τις ερωτήσεις προς τον δάσκαλο Σωκράτη, από το φόβο ότι ίσως όλη αυτή η διαδικασία του διαλόγου πιθανώς να είναι δυσάρεστη για εκείνον, εξαιτίας αυτής της «συμφοράς» που τον βρήκε… 

Ο Σωκράτης γέλασε και του μίλησε γαλήνια και σοφά. Γνώριζε ότι δύσκολα θα μπορούσε να πείσει τους ανθρώπους ότι «αυτό που τον βρήκε» δεν το λογάριαζε ως «συμφορά», ωστόσο προσπάθησε να δώσει να καταλάβουν τουλάχιστον οι φίλοι που τον περιστοίχισαν τις τελευταίες του ώρες τι ακριβώς αισθάνεται, με ένα πανέμορφο παράδειγμα. 

Οι άνθρωποι λένε –είπε ο Σωκράτης- ότι οι κύκνοι μαντεύουν το θάνατό τους και λίγο πριν αφήσουν τη ζωή, εξ αιτίας της μεγάλης λύπης τους, ξεσπούν σε ένα υπέροχο τραγούδι, …το ομορφότερο απ’ όσα είχαν τραγουδήσει τον υπόλοιπο καιρό της ζωής τους. 

Για τον Σωκράτη όμως ούτε οι κύκνοι μα ούτε και τα υπόλοιπα πτηνά τα προικισμένα με την μαντική τέχνη του Απόλλωνα, όπως το χελιδόνι, το αηδόνι ή ο τσαλαπετεινός, ξεσπούν σε αυτό το υπέροχο τραγούδισμα από λύπη, παρά από χαρά… Από χαρά, γιατί μαντεύουν τα καλά που υπάρχουν στον Άδη. Γι’ αυτό ψάλλουν και διασκεδάζουν την ημέρα εκείνη περισσότερο παρά κατά τον προηγούμενο καιρό. 


Αυτή η παράδοση, που ήδη από τα αρχαία χρόνια περιγράφει ο Σωκράτης, ευθύνεται λοιπόν για την έως τα σήμερα χιλιοειπωμένη φράση: «κύκνειο άσμα».

Κι αυτή η παράδοση άλλωστε φαίνεται πως σχετίζεται με τον κέλτικο μύθο που διαβάζουμε στην αρχή του βιβλίου της Colleen McCullough «Τα πουλιά πεθαίνουν τραγουδώντας», ως mottο, ο οποίος λέει: «για κάποιο πουλί που κελαηδεί μία φορά μονάχα στη ζωή του, πιο γλυκά από κάθε άλλο πλάσμα πάνω στη γη. Από τη στιγμή που αφήνει τη φωλιά του ψάχνει για ένα δέντρο με αγκάθια και δεν ησυχάζει ώσπου να το βρει. Τότε, την ώρα που τραγουδάει, ανάμεσα στ’ άγρια κλαδιά, καρφώνεται απάνω στο πιο μακρύ και πιο αιχμηρό αγκάθι. Και, καθώς πεθαίνει, υψώνεται πάνω από την ίδια του την αγωνία, για να κελαηδήσει καλύτερα από τον κορυδαλό και το αηδόνι. Ένας θεσπέσιος ύμνος, με τίμημα την ύπαρξή του. Όμως ολόκληρη η πλάση μένει ακίνητη ν’ αφουγκραστεί και ο Θεός από ψηλά χαμογελά.. Γιατί το άριστο εξαγοράζεται μόνο με μεγάλο πόνο…».

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ - Πλάτωνος, «Φαίδων», εκδ. Γ. ΦΕΞΗ 1910 σε μετάφραση Αρ. Χαροκόπου (Βιβλιοθήκη Φεξη Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων) 

«..και, ως έοικε, των κύκνων δοκώ φαυλότερος υμίν είναι την μαντικήν, οι επειδάν αίσθωνται ότι δει αυτούς αποθανείν, άδοντες και εν [85a] τω πρόσθεν χρόνω, τότε δη πλείστα και κάλλιστα άδουσι, γεγηθότες ότι μέλλουσι παρά τον θεόν απιέναι ούπέρ εισι θεράποντες. οι δ' άνθρωποι δια το αυτών δέος του θανάτου, και των κύκνων καταψεύδονται, και φασιν αυτούς θρηνούντας τον θάνατον υπό λύπης εξάδειν, και ου λογίζονται ότι ουδέν όρνεον άδει όταν πεινή η ριγώ η τινα άλλην λύπην λυπήται, ουδέ αυτή η τε αηδών και χελιδών και ο έποψ, α δη φασι δια λύπην θρηνούντα άδειν. αλλ' ούτε ταύτά μοι φαίνεται [85b] λυπούμενα άδειν ούτε οι κύκνοι, αλλ' άτε, οίμαι, του Απόλλωνος όντες μαντικοί τε εισι και προειδότες τα εν Άιδου αγαθά άδουσι και τέρπονται εκείνην την ημέραν διαφερόντως ή εν τω έμπροσθεν χρόνω. εγώ δε και αυτός ηγούμαι ομόδουλός τε είναι των κύκνων και ιερός του αυτού θεού, και ου χείρον εκείνων την μαντικήν έχειν παρά του δεσπότου, ουδέ δυσθυμότερον αυτών του βίου απαλλάττεσθαι».
 

Βιβλιογραφία:

- Πλάτωνος, «Φαίδων», εκδ. Γ. ΦΕΞΗ 1910 σε μετάφραση Αρ. Χαροκόπου (Βιβλιοθήκη Φεξη Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων)

- Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org

- Colleen McCullough, «Τα πουλιά πεθαίνουν τραγουδώντας», έκδ. Αλκυών (σειρά Bell), β΄ εκδ. 1984, σε μετάφραση της Βικτώριας Τράπαλη.
 
Το ανάρτησα από http://www.musicheaven.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: